Μάχες

Η Μάχη του Μαραθώνα

Σημείο Εισόδου / Εξόδου
Είσοδος: (37.98299,23.73061)
Έξοδος: (38.11904,23.97890)

Εισαγωγή:

Η Περσική Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών, από την περίοδο του Κύρου του Μεγάλου (559-530 π.Χ.) και ως τα χρόνια του Δαρείου Α´ (521-486 π.Χ.) βίωσε σημαντική ανάπτυξη και εκρηκτική εδαφική εξάπλωση, με τα σύνορά της να φτάνουν από την Ινδία ως το Αιγαίο. 

Η κοινωνικοπολιτική κρίση που ξέσπασε προς το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. στα παράλια της Μικράς Ασίας οδήγησε στην Ιωνική Επανάσταση (500-499 π.Χ.), την ένοπλη δηλαδή εξέγερση πόλεων με έντονο ελληνικό στοιχείο στις ακτές της Ιωνίας, που στόχο είχε την αποτίναξη της περσικής κυριαρχίας.

Ελπίζοντας να εξασφαλίσουν επιρροή στην Ιωνία, τις εξεγερμένες πόλεις έσπευσαν να ενισχύσουν με 20 πλοία η Αθήνα και 5 πλοία η Ερέτρια. Ωστόσο, η επικράτηση των Περσών ήταν αποφασιστική. Ως το 493 π.Χ., οι εξεγέρσεις καταπνίγηκαν βίαια και οι συνασπισμένες δυνάμεις Αθηναίων και Ερετριέων ηττήθηκαν. 

Ο Μέγας Βασιλέας των Περσών Δαρείος Α´ κυριάρχησε και πάλι στις ακτές και σε πολλά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, όμως δεν είχε πάρει ακόμα την εκδίκησή του. Αφού, το 492 π.Χ., εξασφάλισε την υποταγή της Θράκης και της Μακεδονίας, το 491 π.Χ., έστειλε αγγελιαφόρους στους υπόλοιπους Έλληνες, απαιτώντας Γη και Ύδωρ.  

 

1η Στάση:

Αθήνα

Ο αγγελιαφόρος του Δαρείου Α´ έφτασε στην Αθήνα και απαίτησε την πλήρη υποταγή της στον Μεγάλο Βασιλέα της Περσίας. Οι Αθηναίοι δεν σύμφωνοι για τη στάση που έπρεπε να κρατήσουν. Πολλοί τάσσονταν υπέρ της συμφιλίωσης με την πανίσχυρη Περσική Αυτοκρατορία, ενώ άλλοι πίστευαν ότι η πόλη τους όφειλε να αντισταθεί στους «Βαρβάρους». Τελικά, η δεύτερη μερίδα επικράτησε. 

Ο ιστορικός Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Αθηναίοι έλαβαν τον Πέρση απεσταλμένο και τον πέταξαν στη χαράδρα του Βαράθρου, όπου ρίχνονταν οι καταδικασθέντες σε θάνατο. Η τιμωρία του αγγελιαφόρου ήταν συμβολική. Με τον τρόπο αυτόν η Αθήνα απαντούσε στους Πέρσες πως μόνον κατ’ αυτόν τον τρόπο ήταν πρόθυμη να προσφέρει Γη και Ύδωρ. Η Σπάρτη απάντησε με παρόμοιο τρόπο στον Μεγάλο Βασιλέα, ενώ οι υπόλοιπες ελληνικές πόλεις δέχτηκαν την υποταγή τους. 

Τις επιχειρήσεις κατά των Περσών ανέλαβε ίσως ο ισχυρότερος άνδρας της Αθήνας εκείνη την εποχή, ο Μιλτιάδης. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και ηγεμόνας της θρακικής Χερσονήσου, ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του, όταν του επιτέθηκε ο περσικός στόλος, και να καταφύγει στην Αθήνα, όπου εξελέγη Στρατηγός. O Μιλτιάδης γνώριζε τις στρατιωτικές τακτικές των Περσών, καθώς τους είχε πολεμήσει στην Ιωνική Επανάσταση και έτσι, παρά την κριτική των δημοκρατικών Αθηναίων που τον έβλεπαν με καχυποψία, λόγω της τυραννικής του διοίκησης στη Χερσόνησο, ο Στρατηγός κατάφερε να αναδειχθεί ως το καταλληλότερο πρόσωπο να υπερασπιστεί τις ελληνικές ελευθερίες απέναντι στον περσικό αυταρχισμό.      

 

2η Στάση:

Ερέτρια

Η άρνηση της Αθήνας και της Σπάρτης να υποταχθούν εξόργισε τον Μεγάλο Πέρση Βασιλέα και έτσι, το 490 π.Χ., ο Πρώτος Μηδικός Πόλεμος είχε ξεκινήσει. Οι Πέρσες Στρατηγοί Δάτης και Αρταφέρνης, συγκέντρωσαν σημαντική στρατιωτική δύναμη στα Σούσα και, ξεκινώντας από την Κιλικία, επιτέθηκαν στη Λίνδο της Ρόδου, υπέταξαν τη Σάμο και χτύπησαν τη Νάξο, η οποία είχε ταχθεί εναντίον των Περσών κατά την Ιωνική Επανάσταση. Όμως, μια άλλη πόλη όφειλε πολύ περισσότερο να πληρώσει για τη βοήθεια που έστειλε στους εξεγερμένους Ίωνες, η Ερέτρια. 

Οι Πέρσες από τη Νάξο πέρασαν στη Δήλο και από εκεί αποβιβάστηκαν στην Εύβοια, στην περιοχή της Καρύστου. Οι κάτοικοι εκεί αρνήθηκαν να προσφέρουν ομήρους και έτσι η Κάρυστος πολιορκήθηκε και η γη της λεηλατήθηκε, ώσπου εξαναγκάστηκε σε παράδοση και υποταγή.

Οι Ερετριείς, όταν έμαθαν πως ο περσικός στόλος πλησιάζει, ζήτησαν αμέσως βοήθεια από την Αθήνα. Σχεδόν αμέσως, ξεκίνησαν για την Ερέτρια 4.000 Αθηναίοι άποικοι της Χαλκίδας, οι οποίοι όμως, ακούγοντας τη συμβουλή του τοπικού άρχοντα Αισχίνη, έπλευσαν να σωθούν, πλέοντας για τον Ωρωπό. Παράλληλα, μεταξύ των Ερετριέων επικράτησε διχογνωμία, καθώς άλλοι ήθελαν να παραδώσουν την πόλη στους Πέρσες, άλλοι να την εγκαταλείψουν και να σωθούν, καταφεύγοντας στους γύρω λόφους, και άλλοι να μείνουν και να υπερασπιστούν τα εδάφη τους. 

Τελικά, οι Ερετριείς έμειναν στην πόλη, ενώ οι Πέρσες αποβίβασαν τις δυνάμεις τους σε τρία διαφορετικά σημεία της περιοχής και εξαπέλυσαν σκληρή πολιορκία η οποία διήρκεσε έξι ημέρες και στέρησε τη ζωή σε πλήθος μαχητών και από τα δύο στρατόπεδα. Ήταν ο Εύφορβος και ο Φίλαγρος οι δύο επιφανείς Ερετριείς που αποφάσισαν να ανοίξουν τις πύλες και να αφήσουν τον περσικό στρατό να εισβάλει στην πόλη. Τα αντίποινα για την αντίσταση της Ερέτριας ήταν αμείλικτα. Οι Πέρσες επιδόθηκαν σε λαφυραγωγίες και σφαγές, πυρπόλησαν τα κτίρια, λεηλάτησαν τους ναούς, υποδούλωσαν τον τοπικό πληθυσμό και μετέφεραν σημαντικό μέρος του στα Σούσα. 

 

3η Στάση

Πεδιάδα του Μαραθώνα

Συνεργάτης των Περσών, κατά την εκστρατεία τους, διατελούσε ο πρώην τύραννος των Αθηνών Ιππίας, ο οποίος συμβούλευσε τον Πέρση Στρατηγό Δάτη να αποβιβάσει τις δυνάμεις του στον όρμο του Μαραθώνα, ώστε να μπορέσει να αναπτύξει το ιππικό του. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιππίας ονειρεύτηκε πως κοιμόταν στην αγκαλιά της μητέρας του, γεγονός που ερμήνευσε ως οιωνό νίκης. Ωστόσο, μόλις πάτησε στην παραλία του Μαραθώνα φταρνίστηκε και, λόγω του γήρατος, του έπεσαν κάποια δόντια, τα οποία μάταια αναζήτησε στην άμμο. Από εκείνη τη στιγμή ήταν βέβαιος πως οι οιωνοί ήταν δυσάρεστοι και προανήγγελλαν την ήττα.

Σύμφωνα με τη σύγχρονη έρευνα, ο Μιλτιάδης παρέταξε περίπου 10.000 οπλίτες, κυρίως Αθηναίους και μερικούς Πλαταιείς, απέναντι σε περίπου 25 με 30.000 Πέρσες. Οι δύο στρατοί αντιπαρατάχθηκαν σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρου μεταξύ τους. Το κέντρο του ελληνικού στρατεύματος ήταν συρρικνωμένο σε τάξεις των τεσσάρων ανδρών, υπό τους κορυφαίους Στρατηγούς Θεμιστοκλή και Αριστείδη, ενώ οι πλευρικές πτέρυγες ήταν ενισχυμένες σε τάξεις των οκτώ. 

Η Μάχη ήταν σκληρή. Ιστορικοί εικάζουν πως οι Έλληνες επιτέθηκαν τη στιγμή που το περσικό ιππικό αποβιβαζόταν και δεν είχε προλάβει να αναπτυχθεί. Ο Ηρόδοτος υπογραμμίζει την απαράμιλλη γενναιότητα των Αθηναίων, οι οποίοι, αποδεικνύοντας την αποτελεσματικότητα της αθηναϊκής φάλαγγας, αναπτύχθηκαν σαν «τανάλια». Οι ελληνικές πτέρυγες διέλυσαν την περσική παράταξη και περικύκλωσαν τον εχθρό, ο οποίος, αδυνατώντας να βρει διέξοδο, τράπηκε σε άτακτη φυγή προς τα πλοία. 

Μη γνωρίζοντας τη μορφολογία του εδάφους, πολλοί Πέρσες έπεσαν σε βάλτους, όπου και πνίγηκαν. Οι περισσότεροι κατάφεραν να φτάσουν στα πλοία τους, όμως επτά από αυτά έπεσαν στα χέρια των διωκτών Ελλήνων. Μάλιστα, ο Ηρόδοτος μνημονεύει τον Στρατηγό Κυναίγειρο, αδελφό του τραγικού ποιητή Αισχύλου, ο οποίος, βλέποντας ένα περσικό πλοίο να επιχειρεί να αποπλεύσει έτρεξε να το συγκρατήσει με τα χέρια του, με αποτέλεσμα να δεχτεί θανατηφόρο χτύπημα από μέλος του πληρώματος. Οι Πέρσες επιχείρησαν να επιτεθούν απευθείας στην Αθήνα, όμως οι ελληνικές δυνάμεις επέστρεψαν αστραπιαία στη βάση τους, τους απέτρεψαν και τους ανάγκασαν να επιστρέψουν στην Ασία.  

Μετά την ήττα των Περσών, στο πεδίο της μάχης ανεγέρθηκε ένας μαρμάρινος κίονας, ως τρόπαιο. Ο όρος «τρόπαιο» προκύπτει από το ρήμα «τρέπω» και, κατά παράδοση, τοποθετείτο στο σημείο που ο εχθρός εξαναγκαζόταν να εγκαταλείψει τη μάχη και να τραπεί σε φυγή. Σήμερα, ο επισκέπτης μπορεί να αντικρίσει, στο εν λόγω σημείο, μεταγενέστερο αντίγραφο του τροπαίου, το οποίο, όμως, εδράζεται πάνω στην αυθεντική μαρμάρινη κρηπίδα.  

 

4η Στάση:

Τύμβος Αθηναίων Μαραθωνομάχων

Οι περσικές απώλειες της Μάχης του Μαραθώνα ήταν βαρύτατες. Ο Ηρόδοτος υποστηρίζει ότι ο εχθρός αρίθμησε 6.400 νεκρούς, για τους οποίους, όπως προκύπτει από την αρχαιολογική έρευνα, ανοίχτηκαν ομαδικοί τάφοι. 

Οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, και πάλι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, έχασαν 192 και 11 άνδρες αντιστοίχως. Σύμφωνα με την παράδοση, για να ταφούν και να τιμηθούν οι νεκροί ανοίχτηκαν δύο τάφοι, ένας για τους Αθηναίους και ένας για τους Πλαταιείς. Οι νεκροί κάηκαν στην πυρά, κατόπιν θάφτηκαν με όλες τις πρέπουσες τιμές και στη συνέχεια καλύφθηκαν με το χώμα που είχε ανασκαφεί. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία δύο τύμβων. Ο μεγάλος έχει ύψος περίπου δώδεκα μέτρα και ο μικρός περίπου τρία. Και οι δύο έχουν ανασκαφεί και αποκατασταθεί από Έλληνες αρχαιολόγους.

Η ανέγερση των τύμβων εξακολουθεί να απασχολεί την επιστημονική έρευνα. Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν πως αν και αποτελεί αναχρονιστική πρακτική, οι Αθηναίοι επέλεξαν να την ακολουθήσουν από ενθουσιασμό για τη μεγάλη του νίκη και σε μία προσπάθεια να συγκινήσουν, επαναφέροντας μια μέθοδο του ομηρικού παρελθόντος. Άλλη προσέγγιση υποστηρίζει ότι οι νεκροί θάφτηκαν ο καθένας μόνος, με στήλη να σηματοδοτεί το σημείο της κάθε ταφής και ότι η ανέγερση του τύμβου συνέβη αρκετά αργότερα, τον 2ο αιώνα μ.Χ., κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, από τον Ηρώδη τον Αττικό, ο οποίος διέμενε στην έπαυλή του στην περιοχή. Άλλοι ερευνητές τονίζουν επιπλέον ότι δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την ταύτιση του δεύτερου, μικρότερου τύμβου με την ταφή των πεσόντων Πλαταιέων. 

Μεταξύ των ευρημάτων που αφηγούνται τη νίκη των Ελλήνων στη Μάχη του Μαραθώνα, αξίζει να αναφερθεί το κράνος με τον κατεστραμμένο θόλο, το οποίο βρέθηκε στην αρχαία Ολυμπία και φέρει την επιγραφή «ΜΙΛΤΙΑΔΕΣ ΑΝΕ[Θ]ΕΚΕΝ [Τ]ΩΙ ΔΙ». Βάσει αυτού, πιστεύεται πως πρόκειται για την περικεφαλαία του Στρατηγού Μιλτιάδη, την οποία ο ίδιος αφιέρωσε στον Δία, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη θεϊκή εύνοια. Το εύρημα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Τέλος, δεν θα πρέπει να παραληφθεί το επίγραμμα το οποίο συνέθεσε ο λυρικός ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος, προς τιμήν των πεσόντων Αθηναίων: «Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι, χρυσοφόρων Μήδων ἐστόρεσαν δύναμιν», δηλαδή «Οι Αθηναίοι, υπερασπιζόμενοι όλους τους Έλληνες στον Μαραθώνα, συνέτριψαν τη δύναμη των χρυσοφόρων Μήδων».

Πληροφορίες

Αξιοθέατα της διαδρομής